Αύριο χαράματα στις 6:15 πετάω για Σάμο. Μαζί μου η κουμπάρα μου Μαριέττα. Της έχω βαφτίσει το αυτοκίνητο...
Τώρα αν θα καταφέρω να κοιμηθώ καθόλου το βράδυ αυτό είναι ένα θέμα. Σίγουρα όμως θα ξεραθώ μόλις φτάσω στο σπίτι.
Δε θα κοιμηθώ καθόλου, όμως, στο αεροπλάνο. Θέλω να απολαύσω τις όμορφες εικόνες όταν θα πλησιάζουμε πάνω από το νησί. Ας ελπίσουμε μόνο ότι θα έχει καλό καιρό και ότι δε θα βλέπουμε μόνο μαύρα σύννεφα...
Ημερομηνία επιστροφής στην Αττική Γη, στις 12 Απριλίου...εκτός απροόπτου...
Μέχρι τότε θα προσπαθώ να σας κρατώ ενήμερους και να μαζεύω ωραίες εικόνες για να σας δείχνω!
Εδώ η Σαμιοπούλα, το μικρό νησάκι στα νότια της Σάμου. Είναι από τις πρώτες εικόνες που βλέπει κανείς όταν κατεβαίνει το αεροπλάνο...
Αυτή είναι η εικόνα λίγο πριν οι τροχοί του αεροπλάνου ακουμπήσουν στον αεροδιάδρομο.
Κι έτσι θα σκάσει μύτη το Βαθύ όταν θα παίρνουμε την στροφή με το αυτοκίνητο από την Αγία Ειρήνη.
Καλό Πάσχα σε όλους!
Και καλό Αρνίιιιιιι!!!!!!!!
Πέμπτη, Μαρτίου 29, 2007
Τετάρτη, Μαρτίου 28, 2007
Η μακαρονάδα του φτωχού
Σήμερα θα σας παρουσιάσω μια παλιά ιταλική συνταγή. Την έφτιαχναν στην ιταλική ύπαιθρο όταν είχαν έλλειψη σε τρόφιμα. Είναι απλή και νόστιμη.
Η μακαρονάδα του Φτωχού
Θα χρειαστούμε:
-Ένα πακέτο μακαρόνια
-2-3 σκελίδες σκόρδο
-ρίγανη
-λάδι
Εκτελέση:
Βράζουμε τα μακαρόνια και τα σουρώνουμε. Δεν τα βρέχουμε. Στην κατσαρόλα τσιγαρίζουμε με λίγο λάδι το σκόρδο ψιλοκομμένο και τη ρίγανη. Ρίχνουμε μέσα τα μακαρόνια και ανακατεύουμε καλά. Απολαμβάνουμε.
Δική μου παραλλαγή:
Μαζί με το σκόρδο τσιγαρίζουμε και λίγο μπέικον ψιλοκομμένο. Στο πιάτο όταν σερβίρουμε ανακατεύουμε τα μακαρόνια με μια κουταλιά της σούπας τυρί philadelphia και πασπαλίζουμε με μπόλικη παρμεζάνα.
Τώρα βέβαια δεν έχουμε την μακαρονάδα του φτωχού, αλλά τη μακαρονάδα του φοιτητή!
Καλή σας όρεξη!!!
-Ένα πακέτο μακαρόνια
-2-3 σκελίδες σκόρδο
-ρίγανη
-λάδι
Εκτελέση:
Βράζουμε τα μακαρόνια και τα σουρώνουμε. Δεν τα βρέχουμε. Στην κατσαρόλα τσιγαρίζουμε με λίγο λάδι το σκόρδο ψιλοκομμένο και τη ρίγανη. Ρίχνουμε μέσα τα μακαρόνια και ανακατεύουμε καλά. Απολαμβάνουμε.
Δική μου παραλλαγή:
Μαζί με το σκόρδο τσιγαρίζουμε και λίγο μπέικον ψιλοκομμένο. Στο πιάτο όταν σερβίρουμε ανακατεύουμε τα μακαρόνια με μια κουταλιά της σούπας τυρί philadelphia και πασπαλίζουμε με μπόλικη παρμεζάνα.
Τώρα βέβαια δεν έχουμε την μακαρονάδα του φτωχού, αλλά τη μακαρονάδα του φοιτητή!
Καλή σας όρεξη!!!
Το βραβείο!
Σήμερα έγινε η παραλαβή! Το βραβείο που κέρδισα στο διαγωνισμό του Νικόλα είναι στα χέρια μου!
Για όσους δεν ξέρουν και όσους δε θυμούνται, πριν ένα μήνα ο Νικόλας είχε κάνει ένα διαγωνισμό με σκίτσα με έπαθλο ένα μπλουζάκι. Το σκίτσο που, μετά από πολύ προπαγάνδα, διαφήμιση και σκληρή ψηφοφορία στήθος με στήθος, κέρδισε το διαγωνισμό ήταν το δικό μου!
Ιδού και το έπαθλο!!!
Προς παραδειγματισμό όσων δεν συμμετέχουν πρόθυμα σε παιχνίδια συνιστολόγων τους...
Για όσους δεν ξέρουν και όσους δε θυμούνται, πριν ένα μήνα ο Νικόλας είχε κάνει ένα διαγωνισμό με σκίτσα με έπαθλο ένα μπλουζάκι. Το σκίτσο που, μετά από πολύ προπαγάνδα, διαφήμιση και σκληρή ψηφοφορία στήθος με στήθος, κέρδισε το διαγωνισμό ήταν το δικό μου!
Ιδού και το έπαθλο!!!
Προς παραδειγματισμό όσων δεν συμμετέχουν πρόθυμα σε παιχνίδια συνιστολόγων τους...
Δευτέρα, Μαρτίου 26, 2007
Κάθε αρχή και δύσκολη...
Ώρα 10:30. Σηκώνομαι από το κρεβάτι και ανοίγω την μπαλκονόπορτα. Άλλη μια όμορφη ηλιόλουστη μέρα! Με εύθυμη διάθεση φτιάχνω πρωινό, αφού πρώτα έχω ανοίξει τον υπολογιστή. Όλα αυτά με μουσική υπόκρουση. Το ξυπνητήρι είναι συντονισμένο σε ραδιοφωνικό σταθμό για να ξυπνάω με μουσική.
Κάθομαι μπροστά στον υπολογιστή και πίνω μια γουλιά τσάι. Βλέπω τα mail μου. Δεν απαντάω σε κανένα. Τα πιο πολλά είναι spam. Διαβάζω μερικά blog και αφήνω και μερικά σχόλια. Θυμάμαι ότι το Οικονομικό έχει ανοίξει. Είμαι πρώτο έτος και δεν έχω πάει ακόμα σε μάθημα. Τα αποτελέσματα βγήκαν προς το τέλος Ιανουαρίου και δεν πρόλαβα ούτε εξεταστική να δώσω. Το τμήμα είναι ανοικτό δύο εβδομάδες τώρα και το πληροφορήθηκα μόλις πριν λίγες μέρες. Νόμιζα ότι θα είχε κατάληψη όπως όλες οι φυσιολογικές σχολές. Αλλά αυτοί είναι μελλοντικοί οικονομολόγοι και "υπολογίζουν" αλλιώς τα πράγματα.
Αποφασίζω να πάω για μάθημα. Καλό καιρό έχει, μπορώ να το συνδιάσω και με μια βόλτα στο κέντρο για καφέ. Βλέπω το πρόγραμμα και διαπιστώνω ότι έχω έξι ώρες μάθημα. Δύο το μεσημέρι στη μία η ώρα και τέσσερις το απόγευμα από τις πέντε. Κλείνω τον υπολογιστή, κάνω ένα μπάνιο και ετοιμάζομαι. Βγαίνω από το σπίτι και φοράω τα γυαλιά ηλίου. Μερικά σύννεφα μισοκρύβουν τον ήλιο, αλλά δεν πτοούμαι.
Παίρνω το μετρό και σταματάω στο Πανεπιστήμιο. Βγαίνοντας βλέπω πολύ κόσμο συγκεντρωμένο μπροστά στις κυλιόμενες. Δεν ανεβαίνει κανείς. Τι έχει γίνει; Περιμένουν κάτι; Ναι. Να σταματήσει η βροχή. Γκαντεμιά! Βγάζω διακριτικά τα μαύρα μου γυαλιά και τα κρύβω στην τσάντα μου. Περιμένω λίγο μαζί με τους άλλους. Μαζεύεται κι άλλος κόσμος. Λίγοι αποτολμούν την έξοδο. Ακόμα πιο λίγοι έχουν μαζί τους ομπρέλα. Ξεγελάστηκαν όλοι. Εγώ οργανώνω την δική μου έξοδο. Βγάζω πέντε ευρώ να τα έχω πρόχειρα και παίρνω φόρα. Δε μπορεί. Σίγουρα στην έξοδο θα έχουν μαζευτεί μαύροι με ομπρέλες. Δυστυχώς ανεβαίνωντας διαπιστώνω ότι αιφνιδιάστηκαν και οι μαύροι από τον καιρό. Κανείς δεν ήταν έτοιμος για τη βροχή. Τρέχω προς την Ακαδημίας προσπαθώντας να μη γλυστρίσω στις πλάκες - παγίδες του πεζόδρομου. Αγοράζω μια ομπρέλα από το πρώτο περίπτερο και συνεχίζω μέχρι τη νομική το δρόμο χωρίς να βρέχομαι πλέον. Εκεί διαπιστώνω ότι το μάθημα ακυρώθηκε. Θα γίνουν όμως τα απογευματινά. Πάλι καλά.Ευτυχώς βρίσκω εύκολα παρέα για καφέ και για φαγητό και περνάει ευχάριστα η ώρα μέχρι τις πέντε.
Πρώτο μάθημα που παρακολουθώ στη νέα μου σχολή, μαθηματικά. Καθόλου καλά για αρχή. Έχω να ασχοληθώ με μαθηματικά από τη δευτέρα λυκείου. Εννιά χρόνια! Ούτε η πρωτοβάθμια εξίσωση δε θυμάμαι πως είναι. Είναι κάτι εύκολο πάντως, αυτό το θυμάμαι. Αν μου την εξηγήσει κάποιος, αμέσως θα τη θυμηθώ. Εδώ όμως δεν κάνουν τέτοια. Παρακολουθώ έχοντας όλες μου τις αισθήσεις συγκεντρωμένες στο μάθημα. Σημειώνω τα πάντα. Ποτέ δε σημείωνα τίποτα. Άρα κατόρθωμα. Παράδοξο: Τα καταλαβαίνω όλα. Τον τρόπο, τη σειρά, τη λογική, όλα. Αλλά δεν καταλαβαίνω ένα πράγμα. Ίσως και το βασικότερο. Γιατί τα κάνουμε όλα αυτά; Σε τι θα μου χρησιμεύσουν; Προφανώς και αυτά έχουν εξηγηθεί στα εισαγωγικά μαθήματα. Απλά εγώ αυτή τη στιγμή δε μπορώ να αντιληφθώ τη χρησιμότητα των εξισώσεων που μας δείχνει ένας συμπαθής, θα έλεγα, καθηγητής. Δεν τολμώ να έχω απορίες. Η ερώτηση του καθηγητή επαναλαμβάνεται συνεχώς: "Τι δεν καταλάβατε;" Τι να πω εγώ; Τίποτα; Πες τα όλα από την αρχή;
Τέλος πάντων. Θα το παλέψω. Κάθε αρχή και δύσκολη. Εγώ που το έπιασα από τη μέση να δω τι θα κάνω...
Τώρα που γράφω είναι 22:30. Έκλεισε ένα δωδεκάωρο από την ώρα που σηκώθηκα. Στην τηλεόραση παίζει το "Παρά Πέντε". Δε με νοιάζει που δεν το παρακολουθώ και ασχολούμαι με το μπλογκ μου... Πάλι επανάληψη έβαλαν οι μαλάκες!
Κάθομαι μπροστά στον υπολογιστή και πίνω μια γουλιά τσάι. Βλέπω τα mail μου. Δεν απαντάω σε κανένα. Τα πιο πολλά είναι spam. Διαβάζω μερικά blog και αφήνω και μερικά σχόλια. Θυμάμαι ότι το Οικονομικό έχει ανοίξει. Είμαι πρώτο έτος και δεν έχω πάει ακόμα σε μάθημα. Τα αποτελέσματα βγήκαν προς το τέλος Ιανουαρίου και δεν πρόλαβα ούτε εξεταστική να δώσω. Το τμήμα είναι ανοικτό δύο εβδομάδες τώρα και το πληροφορήθηκα μόλις πριν λίγες μέρες. Νόμιζα ότι θα είχε κατάληψη όπως όλες οι φυσιολογικές σχολές. Αλλά αυτοί είναι μελλοντικοί οικονομολόγοι και "υπολογίζουν" αλλιώς τα πράγματα.
Αποφασίζω να πάω για μάθημα. Καλό καιρό έχει, μπορώ να το συνδιάσω και με μια βόλτα στο κέντρο για καφέ. Βλέπω το πρόγραμμα και διαπιστώνω ότι έχω έξι ώρες μάθημα. Δύο το μεσημέρι στη μία η ώρα και τέσσερις το απόγευμα από τις πέντε. Κλείνω τον υπολογιστή, κάνω ένα μπάνιο και ετοιμάζομαι. Βγαίνω από το σπίτι και φοράω τα γυαλιά ηλίου. Μερικά σύννεφα μισοκρύβουν τον ήλιο, αλλά δεν πτοούμαι.
Παίρνω το μετρό και σταματάω στο Πανεπιστήμιο. Βγαίνοντας βλέπω πολύ κόσμο συγκεντρωμένο μπροστά στις κυλιόμενες. Δεν ανεβαίνει κανείς. Τι έχει γίνει; Περιμένουν κάτι; Ναι. Να σταματήσει η βροχή. Γκαντεμιά! Βγάζω διακριτικά τα μαύρα μου γυαλιά και τα κρύβω στην τσάντα μου. Περιμένω λίγο μαζί με τους άλλους. Μαζεύεται κι άλλος κόσμος. Λίγοι αποτολμούν την έξοδο. Ακόμα πιο λίγοι έχουν μαζί τους ομπρέλα. Ξεγελάστηκαν όλοι. Εγώ οργανώνω την δική μου έξοδο. Βγάζω πέντε ευρώ να τα έχω πρόχειρα και παίρνω φόρα. Δε μπορεί. Σίγουρα στην έξοδο θα έχουν μαζευτεί μαύροι με ομπρέλες. Δυστυχώς ανεβαίνωντας διαπιστώνω ότι αιφνιδιάστηκαν και οι μαύροι από τον καιρό. Κανείς δεν ήταν έτοιμος για τη βροχή. Τρέχω προς την Ακαδημίας προσπαθώντας να μη γλυστρίσω στις πλάκες - παγίδες του πεζόδρομου. Αγοράζω μια ομπρέλα από το πρώτο περίπτερο και συνεχίζω μέχρι τη νομική το δρόμο χωρίς να βρέχομαι πλέον. Εκεί διαπιστώνω ότι το μάθημα ακυρώθηκε. Θα γίνουν όμως τα απογευματινά. Πάλι καλά.Ευτυχώς βρίσκω εύκολα παρέα για καφέ και για φαγητό και περνάει ευχάριστα η ώρα μέχρι τις πέντε.
Πρώτο μάθημα που παρακολουθώ στη νέα μου σχολή, μαθηματικά. Καθόλου καλά για αρχή. Έχω να ασχοληθώ με μαθηματικά από τη δευτέρα λυκείου. Εννιά χρόνια! Ούτε η πρωτοβάθμια εξίσωση δε θυμάμαι πως είναι. Είναι κάτι εύκολο πάντως, αυτό το θυμάμαι. Αν μου την εξηγήσει κάποιος, αμέσως θα τη θυμηθώ. Εδώ όμως δεν κάνουν τέτοια. Παρακολουθώ έχοντας όλες μου τις αισθήσεις συγκεντρωμένες στο μάθημα. Σημειώνω τα πάντα. Ποτέ δε σημείωνα τίποτα. Άρα κατόρθωμα. Παράδοξο: Τα καταλαβαίνω όλα. Τον τρόπο, τη σειρά, τη λογική, όλα. Αλλά δεν καταλαβαίνω ένα πράγμα. Ίσως και το βασικότερο. Γιατί τα κάνουμε όλα αυτά; Σε τι θα μου χρησιμεύσουν; Προφανώς και αυτά έχουν εξηγηθεί στα εισαγωγικά μαθήματα. Απλά εγώ αυτή τη στιγμή δε μπορώ να αντιληφθώ τη χρησιμότητα των εξισώσεων που μας δείχνει ένας συμπαθής, θα έλεγα, καθηγητής. Δεν τολμώ να έχω απορίες. Η ερώτηση του καθηγητή επαναλαμβάνεται συνεχώς: "Τι δεν καταλάβατε;" Τι να πω εγώ; Τίποτα; Πες τα όλα από την αρχή;
Τέλος πάντων. Θα το παλέψω. Κάθε αρχή και δύσκολη. Εγώ που το έπιασα από τη μέση να δω τι θα κάνω...
Τώρα που γράφω είναι 22:30. Έκλεισε ένα δωδεκάωρο από την ώρα που σηκώθηκα. Στην τηλεόραση παίζει το "Παρά Πέντε". Δε με νοιάζει που δεν το παρακολουθώ και ασχολούμαι με το μπλογκ μου... Πάλι επανάληψη έβαλαν οι μαλάκες!
Σάββατο, Μαρτίου 24, 2007
The Fountain
Όχι δε θα γράψω τίποτα για το "300"!!! Έχει γίνει πολύς λόγος και δε χρειάζεστε και τη δική μου άποψη.
Το είδα και μου άρεσε. Έπαθα την πλάκα μου μόνο όταν στο τέλος της ταινίας το κοινό σηκώθηκε και χειροκρότησε...
Ήθελα να γράψω κάτι για την ταινία που είδα χθες. Η πηγή της ζωής (The Fountain) του
Αρονόφσκι. Αλλά όταν κάποιος άλλος τα έχει ήδη γράψει καλύτερα από σένα, δε χρειάζεται να κουράζεται ο κόσμος με πολλά λόγια...
Στο Cinemad διάβασα αυτό ακριβώς που σκεφτόμουν κι εγώ μετά την ταινία. Δε χρειάζεται να προσθέσω τίποτα παραπάνω λοιπόν...
Το είδα και μου άρεσε. Έπαθα την πλάκα μου μόνο όταν στο τέλος της ταινίας το κοινό σηκώθηκε και χειροκρότησε...
Ήθελα να γράψω κάτι για την ταινία που είδα χθες. Η πηγή της ζωής (The Fountain) του
Αρονόφσκι. Αλλά όταν κάποιος άλλος τα έχει ήδη γράψει καλύτερα από σένα, δε χρειάζεται να κουράζεται ο κόσμος με πολλά λόγια...
Στο Cinemad διάβασα αυτό ακριβώς που σκεφτόμουν κι εγώ μετά την ταινία. Δε χρειάζεται να προσθέσω τίποτα παραπάνω λοιπόν...
Παρασκευή, Μαρτίου 23, 2007
Βλογοπαιχνιδίου συνέχεια...
Η συνέπεια είναι ένα προσόν που με διακρίνει (και καλά...) γι' αυτό και δε μπορούσα να μην ανταποκριθώ και στις άλλες τρεις προσκλήσεις που πήρα για το παιχνίδι με τις λέξεις. Ευχαριστώ τους Crazy Cow, Monte Cristo και Χαλαρά που με ξανακάλεσαν να παίξω με τις δικές τους λέξεις. Είχα σκεφτεί να γράψω μια ιστορία με 15 λέξεις, αλλά τελικά ακολούθησα πάλι την πεπατημένη.
Οι λέξεις που μου δόθηκαν:
Crazy Cow: καλλιτέχνης, περιέργεια, παραδόξως, ευγένεια, κατάλοιπο
Monte Cristo: απόδραση, χωρισμός, διακοπές, τρελοκομείο, τύψεις
Χαλαρά: συρτάρι, μύθος, θυροτηλέφωνο, σκηνή, κουράγιο
Η γνωριμία
Σήμερα γνώρισα ένα σπουδαίο καλλιτέχνη. Έναν ηθοποιό. Πρωταγωνιστής του θεάτρου και θιασάρχης. Έχει παίξει και στον κινηματογράφο. Την τηλεόραση την αποφεύγει, γι’ αυτό εσύ δε θα τον ξέρεις. Είναι όμως πραγματικά σπουδαίος σου λέω. Η περιέργειά μου ήταν τέτοια που δεν κρατιόμουν. Τον πέθανα στις ερωτήσεις. Για το θέατρο, τα παιδικά του χρόνια, την οικογένειά του, τις ερωτικές του σχέσεις, για όλα! Παραδόξως, δεν απέφυγε καμία ερώτηση και απάντησε με μεγάλη ευχαρίστηση σε όλες. Είναι πολύ καλός σου λέω. Έχει μια φυσική ευγένεια που σε γοητεύει. Μέχρι και για τα κατάλοιπα που του άφησαν τα παιδικά του χρόνια μου μίλησε! Αύριο θα τον ξαναδώ. Είμαστε κι οι δύο καλεσμένοι στο ίδιο γεύμα. Ελπίζω να καθίσουμε κοντά!
Απόδραση από την πραγματικότητα
Πάντα οι διακοπές για τον Λευτέρη ήταν μια απόδραση από την πραγματικότητα. Τις περίμενε κάθε χρόνο πως και πως. Μετά τον αναγκαστικό χωρισμό του από τη Μαργαρίτα ήταν η μοναδική ευκαιρία που είχε για να ξεχαστεί και να περάσει καλά. Βρισκόταν πάλι με φίλους σε πολύβουα νησιά με όμορφες ακρογιαλιές. Έβγαινε κάθε βράδυ στα μπαράκια και έπινε μέχρι το πρωί. Φλέρταρε. Αλλά μέχρι εκεί. Τίποτα παρακάτω. Αμέσως τον έπιαναν τύψεις. Δεν ήθελε να θυμάται. Αλλά δε μπορούσε και να ξεχάσει. Κι όμως, μόνο μια φορά το χρόνο είχε την ευκαιρία να γλεντήσει και να περάσει καλά. Αυτό το περιθώριο είχε αφήσει μόνο στον εαυτό του. Τον υπόλοιπο χρόνο τον αφιέρωνε αποκλειστικά στη δουλειά του και σε κείνη. Δεν υπήρξε ποτέ μέρα που να μην πήγε στο τρελοκομείο να την επισκεφτεί. Κι ας ήταν η Μαργαρίτα του βυθισμένη σε έναν άλλο κόσμο…
Η παρεξήγηση
Άνοιξε το συρτάρι και πήρε ένα μαχαίρι. Πλησίασε αργά το θυροτηλέφωνο. Απάντησε. Δε μίλησε κανείς. Περίμενε λίγο ακόμα και μετά ξαναμίλησε. Ούτε τώρα απάντησε κάποιος. Χαλάρωσε το χέρι που κρατούσε το μαχαίρι και στράφηκε προς την κουζίνα σχεδόν ανακουφισμένη. Εκείνη τη στιγμή ξαναχτύπησε το κουδούνι. Σφίχτηκε ολόκληρη. Πάτησε το κουμπί και ξαναμίλησε. «Ποιος;» Πάλι σιωπή.
Είχε αρχίσει να σκέφτεται πως όσα άκουγε για την περιοχή από μικρό κοριτσάκι δεν ήταν μύθος. Την είχε καταλάβει τρόμος. Ήταν μόνη της σε ένα ολόκληρο συγκρότημα με μεζονέτες. Ανάθεμα που ήθελε ησυχία για να τελειώσει το βιβλίο της! Αλλά ήταν το μόνο μέρος που θα μπορούσε να βρει την ηρεμία της. Και το αγαπούσε και το μέρος πολύ. Ήταν κληρονομιά από τη γιαγιά της. Και τώρα ήταν μόνη με έναν άγνωστο στην εξώπορτα, που αρνούνταν πεισματικά να της μιλήσει. Ξαναμίλησε: «Ποιος είναι; Απαντήστε σας παρακαλώ!» Αντί για απάντηση ο άγνωστος ξαναχτύπησε το κουδούνι. Ήταν έτοιμη να λιποθυμήσει. Σε δευτερόλεπτα πέρασαν από το μυαλό της όλες οι ιστορίες που άκουγε από μικρή για την περιοχή. Για φαντάσματα και για άγριους θανάτους που ποτέ δεν εξιχνιάστηκαν και για θησαυρούς πειρατών που βρίσκονταν θαμμένοι από αιώνες σε κείνα τα χωράφια και για μαφιόζους που έψαχναν να τους βρουν. Όλα αυτά τα είχε συνδέσει λογικά μέσα στο μυαλό της. Κάποιοι που πίστευαν τους θρύλους για τους θησαυρούς είχαν βαλθεί να τρομοκρατήσουν τους περίοικους για να κάνουν ανενόχλητα τη δουλειά τους.
Ξαναχτύπησε το κουδούνι και βγήκε απότομα από τις σκέψεις της. Πριν γίνει πραγματικότητα η φρικιαστική σκηνή που πέρασε από το μυαλό της με την ίδια στο ρόλο του θύματος, βγήκε σιωπηλά από την πίσω πόρτα που επικοινωνούσε με το γκαράζ και μπήκε στο αυτοκίνητό της. Έβαλε μπροστά τη μηχανή και άνοιξε με το τηλεχειριστήριο την γκαραζόπορτα. Πάτησε γκάζι και βγήκε με ταχύτητα στο δρόμο.
Καθώς έστριβε περνώντας από την μπροστινή πλευρά του συγκροτήματος είδε μια φιγούρα να πετάγεται στο δρόμο και να κουνά τα χέρια. Έτρεχε στη μέση του δρόμου προς την πλευρά του αυτοκινήτου. Εκείνη δε σταμάτησε. Ανέπτυξε ταχύτητα. Έπρεπε να ξεφύγει πάση θυσία. Ο άγνωστος δεν πρόλαβε να απομακρυνθεί από το δρόμο και έπεσε πάνω στο αυτοκίνητο. Φρενάρισε πέντε μέτρα πιο πέρα. Η φιγούρα κειτόταν στο έδαφος ακίνητη. Έκανε όπισθεν. Προσπάθησε να διακρίνει αν αναπνέει και αν αναγνωρίζει την άγνωστη φιγούρα. Ήταν αδύνατον μέσα σε τέτοια σκοτάδια. Αποφάσισε να βγει από το αυτοκίνητο. Μάζεψε όσο κουράγιο είχε και άνοιξε την πόρτα. Πλησίασε αργά. Αίματα παντού στην άσφαλτο. Ο άγνωστος ίσα που ανάσαινε. Τρόμαξε. Αυτή τη φορά για άλλο λόγο. Αναγνώρισε τον άγνωστο. Η Σούλα η γειτόνισσα. Η μουγκή…
Το παιχνίδι θα συνεχίσουν οι: Crazy Cow (όχι που θα μου ξέφευγες...), deadend mind, citronella, κωλόγρια και το πατσιούρι.
Οι νέες λέξεις: κώλος, μπαλκόνι, φορτηγό, γλυφιτζούρι και πληγώνω.
Οι λέξεις που μου δόθηκαν:
Crazy Cow: καλλιτέχνης, περιέργεια, παραδόξως, ευγένεια, κατάλοιπο
Monte Cristo: απόδραση, χωρισμός, διακοπές, τρελοκομείο, τύψεις
Χαλαρά: συρτάρι, μύθος, θυροτηλέφωνο, σκηνή, κουράγιο
Η γνωριμία
Σήμερα γνώρισα ένα σπουδαίο καλλιτέχνη. Έναν ηθοποιό. Πρωταγωνιστής του θεάτρου και θιασάρχης. Έχει παίξει και στον κινηματογράφο. Την τηλεόραση την αποφεύγει, γι’ αυτό εσύ δε θα τον ξέρεις. Είναι όμως πραγματικά σπουδαίος σου λέω. Η περιέργειά μου ήταν τέτοια που δεν κρατιόμουν. Τον πέθανα στις ερωτήσεις. Για το θέατρο, τα παιδικά του χρόνια, την οικογένειά του, τις ερωτικές του σχέσεις, για όλα! Παραδόξως, δεν απέφυγε καμία ερώτηση και απάντησε με μεγάλη ευχαρίστηση σε όλες. Είναι πολύ καλός σου λέω. Έχει μια φυσική ευγένεια που σε γοητεύει. Μέχρι και για τα κατάλοιπα που του άφησαν τα παιδικά του χρόνια μου μίλησε! Αύριο θα τον ξαναδώ. Είμαστε κι οι δύο καλεσμένοι στο ίδιο γεύμα. Ελπίζω να καθίσουμε κοντά!
Απόδραση από την πραγματικότητα
Πάντα οι διακοπές για τον Λευτέρη ήταν μια απόδραση από την πραγματικότητα. Τις περίμενε κάθε χρόνο πως και πως. Μετά τον αναγκαστικό χωρισμό του από τη Μαργαρίτα ήταν η μοναδική ευκαιρία που είχε για να ξεχαστεί και να περάσει καλά. Βρισκόταν πάλι με φίλους σε πολύβουα νησιά με όμορφες ακρογιαλιές. Έβγαινε κάθε βράδυ στα μπαράκια και έπινε μέχρι το πρωί. Φλέρταρε. Αλλά μέχρι εκεί. Τίποτα παρακάτω. Αμέσως τον έπιαναν τύψεις. Δεν ήθελε να θυμάται. Αλλά δε μπορούσε και να ξεχάσει. Κι όμως, μόνο μια φορά το χρόνο είχε την ευκαιρία να γλεντήσει και να περάσει καλά. Αυτό το περιθώριο είχε αφήσει μόνο στον εαυτό του. Τον υπόλοιπο χρόνο τον αφιέρωνε αποκλειστικά στη δουλειά του και σε κείνη. Δεν υπήρξε ποτέ μέρα που να μην πήγε στο τρελοκομείο να την επισκεφτεί. Κι ας ήταν η Μαργαρίτα του βυθισμένη σε έναν άλλο κόσμο…
Η παρεξήγηση
Άνοιξε το συρτάρι και πήρε ένα μαχαίρι. Πλησίασε αργά το θυροτηλέφωνο. Απάντησε. Δε μίλησε κανείς. Περίμενε λίγο ακόμα και μετά ξαναμίλησε. Ούτε τώρα απάντησε κάποιος. Χαλάρωσε το χέρι που κρατούσε το μαχαίρι και στράφηκε προς την κουζίνα σχεδόν ανακουφισμένη. Εκείνη τη στιγμή ξαναχτύπησε το κουδούνι. Σφίχτηκε ολόκληρη. Πάτησε το κουμπί και ξαναμίλησε. «Ποιος;» Πάλι σιωπή.
Είχε αρχίσει να σκέφτεται πως όσα άκουγε για την περιοχή από μικρό κοριτσάκι δεν ήταν μύθος. Την είχε καταλάβει τρόμος. Ήταν μόνη της σε ένα ολόκληρο συγκρότημα με μεζονέτες. Ανάθεμα που ήθελε ησυχία για να τελειώσει το βιβλίο της! Αλλά ήταν το μόνο μέρος που θα μπορούσε να βρει την ηρεμία της. Και το αγαπούσε και το μέρος πολύ. Ήταν κληρονομιά από τη γιαγιά της. Και τώρα ήταν μόνη με έναν άγνωστο στην εξώπορτα, που αρνούνταν πεισματικά να της μιλήσει. Ξαναμίλησε: «Ποιος είναι; Απαντήστε σας παρακαλώ!» Αντί για απάντηση ο άγνωστος ξαναχτύπησε το κουδούνι. Ήταν έτοιμη να λιποθυμήσει. Σε δευτερόλεπτα πέρασαν από το μυαλό της όλες οι ιστορίες που άκουγε από μικρή για την περιοχή. Για φαντάσματα και για άγριους θανάτους που ποτέ δεν εξιχνιάστηκαν και για θησαυρούς πειρατών που βρίσκονταν θαμμένοι από αιώνες σε κείνα τα χωράφια και για μαφιόζους που έψαχναν να τους βρουν. Όλα αυτά τα είχε συνδέσει λογικά μέσα στο μυαλό της. Κάποιοι που πίστευαν τους θρύλους για τους θησαυρούς είχαν βαλθεί να τρομοκρατήσουν τους περίοικους για να κάνουν ανενόχλητα τη δουλειά τους.
Ξαναχτύπησε το κουδούνι και βγήκε απότομα από τις σκέψεις της. Πριν γίνει πραγματικότητα η φρικιαστική σκηνή που πέρασε από το μυαλό της με την ίδια στο ρόλο του θύματος, βγήκε σιωπηλά από την πίσω πόρτα που επικοινωνούσε με το γκαράζ και μπήκε στο αυτοκίνητό της. Έβαλε μπροστά τη μηχανή και άνοιξε με το τηλεχειριστήριο την γκαραζόπορτα. Πάτησε γκάζι και βγήκε με ταχύτητα στο δρόμο.
Καθώς έστριβε περνώντας από την μπροστινή πλευρά του συγκροτήματος είδε μια φιγούρα να πετάγεται στο δρόμο και να κουνά τα χέρια. Έτρεχε στη μέση του δρόμου προς την πλευρά του αυτοκινήτου. Εκείνη δε σταμάτησε. Ανέπτυξε ταχύτητα. Έπρεπε να ξεφύγει πάση θυσία. Ο άγνωστος δεν πρόλαβε να απομακρυνθεί από το δρόμο και έπεσε πάνω στο αυτοκίνητο. Φρενάρισε πέντε μέτρα πιο πέρα. Η φιγούρα κειτόταν στο έδαφος ακίνητη. Έκανε όπισθεν. Προσπάθησε να διακρίνει αν αναπνέει και αν αναγνωρίζει την άγνωστη φιγούρα. Ήταν αδύνατον μέσα σε τέτοια σκοτάδια. Αποφάσισε να βγει από το αυτοκίνητο. Μάζεψε όσο κουράγιο είχε και άνοιξε την πόρτα. Πλησίασε αργά. Αίματα παντού στην άσφαλτο. Ο άγνωστος ίσα που ανάσαινε. Τρόμαξε. Αυτή τη φορά για άλλο λόγο. Αναγνώρισε τον άγνωστο. Η Σούλα η γειτόνισσα. Η μουγκή…
Το παιχνίδι θα συνεχίσουν οι: Crazy Cow (όχι που θα μου ξέφευγες...), deadend mind, citronella, κωλόγρια και το πατσιούρι.
Οι νέες λέξεις: κώλος, μπαλκόνι, φορτηγό, γλυφιτζούρι και πληγώνω.
Τετάρτη, Μαρτίου 21, 2007
Φτάνει πια!
Εμείς οι Έλληνες πολίτες ζούμε, σε καθημερινή πλέον βάση, μια απαξίωση σε βάρος μας. Σε κανέναν άλλο τομέα της Διοίκησης της χώρας μας η απαξίωση αυτή δεν είναι πιο έντονη απ' ότι στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης.
Διαμαρτυρόμαστε για την απαξίωση σε βάρος μας, που παίρνει τη μορφή τυφλής βίας εναντίον συμπολιτών μας.
Διαμαρτυρόμαστε για την απαξίωση σε βάρος μας, όταν αυτή εκδηλώνεται με την συγκάλυψη της έκνομης δράσης λίγων αστυνομικών.
Διαμαρτυρόμαστε για την απαξίωση σε βάρος μας, που αποτελεί η ανείπωτη ταλαιπωρία για την έκδοση διαβατηρίου και ταυτότητας.
Φτάνει πιά! Ζητούμε τη λήψη συγκεκριμένων μέτρων για να σταματήσει η απαξίωση σε βάρος των Ελλήνων πολιτών.
Ζητούμε:
Ζητούμε αυτά που θα έπρεπε να είναι αυτονόητα σε μια δημοκρατική κοινωνία στον 21ο αιώνα.
Μια πρωτοβουλία των ιστολογίων: Αμπελοφιλοσοφίες, αναΜόρφωση-ιστολόγιο, ΔΕ ΜΑΣΑΜΕ ΡΕ, Ελεύθερος Σκοπευτής, Ιστολόγιον, ΚΑΙ βλέπω ΚΑΙ ακούω ΚΑΙ μιλάω, Καλτσόβρακο, Λαπούτα, Λευκός Θόρυβος, λ:ηρ, Μαργαριταρένια, Με Νταούλια και Ζουρνάδες, Στέφανος Ν. Παπανώτας, το χέρι, Ψιλικατζού, ANARRIMA, Digital Era, divaynne, doncat, eidisis-sxolia, Fairy Smoke, fastbackwards, Gravity & the Wind, GreekUniversityReform, Non-Linear Complexity, Nylon, oraelladas, RealityTape, taparaponasas stoMIXER, vrypan|net|weblog, We are not alone
Πάρτε μέρος στην πρωτοβουλία μας.
tags: polydoras | meme: a6edf8bc8e7a7ed85215abe9b94bbc7a
Διαμαρτυρόμαστε για την απαξίωση σε βάρος μας, που παίρνει τη μορφή τυφλής βίας εναντίον συμπολιτών μας.
Διαμαρτυρόμαστε για την απαξίωση σε βάρος μας, όταν αυτή εκδηλώνεται με την συγκάλυψη της έκνομης δράσης λίγων αστυνομικών.
Διαμαρτυρόμαστε για την απαξίωση σε βάρος μας, που αποτελεί η ανείπωτη ταλαιπωρία για την έκδοση διαβατηρίου και ταυτότητας.
Φτάνει πιά! Ζητούμε τη λήψη συγκεκριμένων μέτρων για να σταματήσει η απαξίωση σε βάρος των Ελλήνων πολιτών.
Ζητούμε:
- Τον απόλυτο σεβασμό προς την προσωπικότητα και την αξιοπρέπεια των πολιτών.
- Την αποκατάσταση, με έργα και πράξεις, της αξιοπιστίας της Ελληνικής Αστυνομίας στην οποία έχει ανατεθεί η τήρηση της έννομης τάξης.
- Τον άμεσο εξορθολογισμό διαδικασιών για την έκδοση διαβατηρίων και ταυτοτήτων.
Ζητούμε αυτά που θα έπρεπε να είναι αυτονόητα σε μια δημοκρατική κοινωνία στον 21ο αιώνα.
Μια πρωτοβουλία των ιστολογίων: Αμπελοφιλοσοφίες, αναΜόρφωση-ιστολόγιο, ΔΕ ΜΑΣΑΜΕ ΡΕ, Ελεύθερος Σκοπευτής, Ιστολόγιον, ΚΑΙ βλέπω ΚΑΙ ακούω ΚΑΙ μιλάω, Καλτσόβρακο, Λαπούτα, Λευκός Θόρυβος, λ:ηρ, Μαργαριταρένια, Με Νταούλια και Ζουρνάδες, Στέφανος Ν. Παπανώτας, το χέρι, Ψιλικατζού, ANARRIMA, Digital Era, divaynne, doncat, eidisis-sxolia, Fairy Smoke, fastbackwards, Gravity & the Wind, GreekUniversityReform, Non-Linear Complexity, Nylon, oraelladas, RealityTape, taparaponasas stoMIXER, vrypan|net|weblog, We are not alone
Πάρτε μέρος στην πρωτοβουλία μας.
tags: polydoras | meme: a6edf8bc8e7a7ed85215abe9b94bbc7a
Τρίτη, Μαρτίου 20, 2007
Πατατοσαλάτα με philadelphia
Επανέρχομαι με μία ακόμα λαχταριστή συνταγή. Όμορφη και απλή! Χωρίς να διεκδικώ το copyright, σας δηλώνω ότι πρόκειται για συνταγή δικής μου εμπνεύσεως. Σας το ορκίζομαι ότι μόνος μου τη σκέφτηκα και την έφτιαξα μια μέρα που δεν ήξερα τι να μαγειρέψω. Να μη σώσω να την ξαναφτιάξω αν σας λέω ψέματα...
Τέλος πάντων. Άμα θέλετε με πιστεύετε. Μπορεί να έχετε ξαναφάει κάτι παρόμοιο άλλωστε. Δεν έκανα και καμιά πρωτοτυπία!
Θα χρειαστούμε:
- 2-3 πατάτες (ανάλογα με το μέγεθος, την όρεξή μας και τον αριθμό των πεινασμένων)
- τυρί philadelphia (η ποσότητα "παίζει" πάντα σε σχέση με την ποσότητα της πατάτας. Θα το κόψετε με το μάτι...)
- 2-3 σκελίδες σκόρδο
- ένα μικρό κρεμύδι
- άνιθο
- ελαιόλαδο
- αλάτι
- πιπέρι
Εκτέλεση:
Βράζουμε τις πατάτες κομμένες σε μέτρια κομμάτια. Μέσα στο νερό που βράζει προσθέτουμε λίγο λάδι, αλάτι, πιπέρι και αν επιθυμούμε και μερικά ακόμα μυρωδικά, όπως δυόσμο, μπαχάρι, κάρυ και ό,τι σας τραβάει η όρεξη. Η κουζίνα είναι για να απελευθερώνουμε την φαντασία μας. Αυτοσχεδιάστε!
Αφού βράσουν οι πατάτες, τις βγάζουμε με μία κουτάλα τρυπητή για να στραγγίσουν και τις τοποθετούμε σε ένα πιάτο ή μια πιατέλα ή ένα μπολ ή ό,τι μας βρίσκεται πρόχειρο και τις αλατοπιπερώνουμε. Αμέσως, σε ένα τηγάνι βάζουμε σε ελαιόλαδο να τσιγαριστούν το σκόρδο και το κρεμύδι και τα δύο ψιλοκομμένα. Εν τω μεταξύ, πάνω από τις πατάτες βάζουμε το τυρί philadelphia, το οποίο αρχίζει αμέσως να λιώνει από τη θερμοκρασία που έχουν οι πατάτες. Από πριν έχουμε ψιλοκόψει και τον άνιθο και τον ρίχνουμε κι αυτόν πάνω από το τυρί. Μόλις τσιγαριστεί και το σκόρδο με το κρεμύδι, περιχύνουμε τις πατάτες.
Αυτό ήταν! Ανακατεύουμε και απολαμβάνουμε!
Εναλλακτικά μπορούμε να τσιγαρίσουμε μαζί με το σκόρδο και λίγο μπέικον κομμένο σε μικρά κομματάκια. Εγώ δεν είχα και δεν έβαλα. Το σκέφτηκα όμως ότι θα ήταν πιο νόστιμο αν είχα. Την επόμενη φορά...
Καλή σας όρεξη!!!
Τέλος πάντων. Άμα θέλετε με πιστεύετε. Μπορεί να έχετε ξαναφάει κάτι παρόμοιο άλλωστε. Δεν έκανα και καμιά πρωτοτυπία!
Πατατοσαλάτα με philadelphia
Θα χρειαστούμε:
- 2-3 πατάτες (ανάλογα με το μέγεθος, την όρεξή μας και τον αριθμό των πεινασμένων)
- τυρί philadelphia (η ποσότητα "παίζει" πάντα σε σχέση με την ποσότητα της πατάτας. Θα το κόψετε με το μάτι...)
- 2-3 σκελίδες σκόρδο
- ένα μικρό κρεμύδι
- άνιθο
- ελαιόλαδο
- αλάτι
- πιπέρι
Εκτέλεση:
Βράζουμε τις πατάτες κομμένες σε μέτρια κομμάτια. Μέσα στο νερό που βράζει προσθέτουμε λίγο λάδι, αλάτι, πιπέρι και αν επιθυμούμε και μερικά ακόμα μυρωδικά, όπως δυόσμο, μπαχάρι, κάρυ και ό,τι σας τραβάει η όρεξη. Η κουζίνα είναι για να απελευθερώνουμε την φαντασία μας. Αυτοσχεδιάστε!
Αφού βράσουν οι πατάτες, τις βγάζουμε με μία κουτάλα τρυπητή για να στραγγίσουν και τις τοποθετούμε σε ένα πιάτο ή μια πιατέλα ή ένα μπολ ή ό,τι μας βρίσκεται πρόχειρο και τις αλατοπιπερώνουμε. Αμέσως, σε ένα τηγάνι βάζουμε σε ελαιόλαδο να τσιγαριστούν το σκόρδο και το κρεμύδι και τα δύο ψιλοκομμένα. Εν τω μεταξύ, πάνω από τις πατάτες βάζουμε το τυρί philadelphia, το οποίο αρχίζει αμέσως να λιώνει από τη θερμοκρασία που έχουν οι πατάτες. Από πριν έχουμε ψιλοκόψει και τον άνιθο και τον ρίχνουμε κι αυτόν πάνω από το τυρί. Μόλις τσιγαριστεί και το σκόρδο με το κρεμύδι, περιχύνουμε τις πατάτες.
Αυτό ήταν! Ανακατεύουμε και απολαμβάνουμε!
Εναλλακτικά μπορούμε να τσιγαρίσουμε μαζί με το σκόρδο και λίγο μπέικον κομμένο σε μικρά κομματάκια. Εγώ δεν είχα και δεν έβαλα. Το σκέφτηκα όμως ότι θα ήταν πιο νόστιμο αν είχα. Την επόμενη φορά...
Καλή σας όρεξη!!!
Δευτέρα, Μαρτίου 19, 2007
Ένας χρόνος πέρασε...(2)
Υποσχέθηκα προχθές να αφιερώσω λίγες γραμμές παραπάνω για την πρώτη χρονιά του Σπιτόγατου στην μπλογκόσφαιρα. Λίγες μέρες πριν δημιουργηθεί αυτό το μπλογκ, είχα ανακαλύψει μερικά άλλα και τα διάβαζα μανιωδώς. Τα δυο πρώτα μπλογκ που διάβασα ήταν της Κουρούνας και του Βαρετού. Μετά άρχισα να ανακαλύπτω κι άλλα ωραία μπλογκ και να αφιερώνω όλο και περισσότερο χρόνο στην ανάγνωσή τους. Δεν ήταν και πολύ δύσκολο. Μόνο ελεύθερο χρόνο είχα εκείνη την περίοδο. Ανάρρωνα από μια βαριά θεραπεία και καθόμουν συνέχεια σπίτι μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή.
Έτσι, είχα το θράσσος και άνοιξα κι εγώ το δικό μου μπλογκ. Για το όνομα μιλήσαμε σε προηγούμενο ποστ. Δειλά δειλά στην αρχή και με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση αργότερα, άρχισα να το γεμίζω με λέξεις, εικόνες, συναισθήματα...
Γρήγορα είχα και το πρώτο σχόλιο. Ήταν από το Καλτόβρακο. Ο πρώτος που μου έδωσε σημασία όταν ακόμα δεν είχα ανακαλύψει το Monitor και δεν είχα γραφτεί σε παρόμοιο site για να με βρίσκουν εύκολα. Τώρα βέβαια o Vrypan έχει διακόψει τη λειτουργία του Monitor, αλλά δεν το βγάζω από τα links μου, πρώτον γιατί πρέπει να είναι εκεί τιμητικά μιας και μας έφερε όλους πιο κοντά και δεύτερον γιατί πιστεύω ότι κάποια στιγμή θα ξαναλειτουργήσει. Άλλωστε πλέον με τόσα άλλα aggregators που υπάρχουν στην ελληνική μπλογκόσφαιρα, δεν υπάρχει λόγος να είναι κλειστό το monitor. Σιγά σιγά, άρχισα να αποκτώ πιο σταθερή σχέση με κάποιους από σας. Με άλλους διατηρώ ακόμα επαφή, με άλλους έχουμε διακόψει. Κυρίως γιατί διέκοψαν οριστικά την μπλογκοζωή τους.
Πλέον έχω την αίσθηση ότι εδώ μέσα υπάρχει ένα παράλληλο σύμπαν. Ότι έχω και μια ψηφιακή ζωή εκτός από την πραγματική. Έχω βέβαια παρασύρει και δυο τρεις φίλους να ανοίξουν το δικό τους μπλογκ, αλλά εξακολουθώ να πιστεύω ότι είναι μαγευτικό να γνωρίζεις κάποιον μόνο από τα γραπτά του και τον τρόπο που εκφράζεται εδώ μέσα, έστω και αν δεν το έχεις δει ποτέ από κοντά. Γι' αυτό και πιστεύω πως αν ποτέ γνωρίσω κάποιον από εσάς, θα χαθεί όλη αυτή η μαγεία. Δεν ξέρω γιατί, αλλά αυτή η ψηφιακή ζωή μου θέλω να παραμείνει ψηφιακή...
Υ.Γ.1: Δεν έκανα καμιά αναφορά στους φίλους που απέκτησα εδώ μέσα, γιατί δε θέλω να ξεχάσω κανέναν, αλλά και επειδή βαριέμαι να ψάχνω όλα τα σχόλια των ποστ...:ΡΡ
Υ.Γ.2: Όλα τα σχόλια που βλέπετε με κεφαλαία γράμματα και υπογράφονται ως anonymous είναι της φίλης μου της Μαριέττας.
Έτσι, είχα το θράσσος και άνοιξα κι εγώ το δικό μου μπλογκ. Για το όνομα μιλήσαμε σε προηγούμενο ποστ. Δειλά δειλά στην αρχή και με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση αργότερα, άρχισα να το γεμίζω με λέξεις, εικόνες, συναισθήματα...
Γρήγορα είχα και το πρώτο σχόλιο. Ήταν από το Καλτόβρακο. Ο πρώτος που μου έδωσε σημασία όταν ακόμα δεν είχα ανακαλύψει το Monitor και δεν είχα γραφτεί σε παρόμοιο site για να με βρίσκουν εύκολα. Τώρα βέβαια o Vrypan έχει διακόψει τη λειτουργία του Monitor, αλλά δεν το βγάζω από τα links μου, πρώτον γιατί πρέπει να είναι εκεί τιμητικά μιας και μας έφερε όλους πιο κοντά και δεύτερον γιατί πιστεύω ότι κάποια στιγμή θα ξαναλειτουργήσει. Άλλωστε πλέον με τόσα άλλα aggregators που υπάρχουν στην ελληνική μπλογκόσφαιρα, δεν υπάρχει λόγος να είναι κλειστό το monitor. Σιγά σιγά, άρχισα να αποκτώ πιο σταθερή σχέση με κάποιους από σας. Με άλλους διατηρώ ακόμα επαφή, με άλλους έχουμε διακόψει. Κυρίως γιατί διέκοψαν οριστικά την μπλογκοζωή τους.
Πλέον έχω την αίσθηση ότι εδώ μέσα υπάρχει ένα παράλληλο σύμπαν. Ότι έχω και μια ψηφιακή ζωή εκτός από την πραγματική. Έχω βέβαια παρασύρει και δυο τρεις φίλους να ανοίξουν το δικό τους μπλογκ, αλλά εξακολουθώ να πιστεύω ότι είναι μαγευτικό να γνωρίζεις κάποιον μόνο από τα γραπτά του και τον τρόπο που εκφράζεται εδώ μέσα, έστω και αν δεν το έχεις δει ποτέ από κοντά. Γι' αυτό και πιστεύω πως αν ποτέ γνωρίσω κάποιον από εσάς, θα χαθεί όλη αυτή η μαγεία. Δεν ξέρω γιατί, αλλά αυτή η ψηφιακή ζωή μου θέλω να παραμείνει ψηφιακή...
Υ.Γ.1: Δεν έκανα καμιά αναφορά στους φίλους που απέκτησα εδώ μέσα, γιατί δε θέλω να ξεχάσω κανέναν, αλλά και επειδή βαριέμαι να ψάχνω όλα τα σχόλια των ποστ...:ΡΡ
Υ.Γ.2: Όλα τα σχόλια που βλέπετε με κεφαλαία γράμματα και υπογράφονται ως anonymous είναι της φίλης μου της Μαριέττας.
Κυριακή, Μαρτίου 18, 2007
Σάββατο, Μαρτίου 17, 2007
Ένας χρόνος πέρασε...
Πέρασε κι όλας ένας χρόνος. Σήμερα το παρών βλόγι έχει γεννέθλια!
Και παρολίγον να το ξεχάσω. Αφού το θυμήθηκα πριν φύγει η μέρα, πάλι καλά!
Επειδή δεν προλαβαίνω αυτή τη στιγμή, θα αφιερώσω εντός των ημερών ένα ποστ για τον υπέροχο αυτό χρόνο που μου χαρίσατε.
Θα ήταν κρίμα να περάσει η μέρα αυτή χωρίς έστω μια μικρή υπενθύμιση...
Απόψε έχω ένα παραπάνω λόγω να το γιορτάσω! Τρέχω να ετοιμαστώ!!!
Καλό βράδυ σε όλους και καλή διασκέδαση σε όσους θα βγουν!!!
Πιείτε κι ένα ποτό για το σπιτάκι μου!
:)
Και παρολίγον να το ξεχάσω. Αφού το θυμήθηκα πριν φύγει η μέρα, πάλι καλά!
Επειδή δεν προλαβαίνω αυτή τη στιγμή, θα αφιερώσω εντός των ημερών ένα ποστ για τον υπέροχο αυτό χρόνο που μου χαρίσατε.
Θα ήταν κρίμα να περάσει η μέρα αυτή χωρίς έστω μια μικρή υπενθύμιση...
Απόψε έχω ένα παραπάνω λόγω να το γιορτάσω! Τρέχω να ετοιμαστώ!!!
Καλό βράδυ σε όλους και καλή διασκέδαση σε όσους θα βγουν!!!
Πιείτε κι ένα ποτό για το σπιτάκι μου!
:)
Παρασκευή, Μαρτίου 16, 2007
Έφτασε η άνοιξη!!!
Τετάρτη, Μαρτίου 14, 2007
3 Χ 5
Ούτε μία ούτε δύο, αλλά τρεις οι προσκλήσεις για το νέο παιχνιδάκι με τις λέξεις! Ακολουθούν και οι τρεις ιστορίες. Συγγνώμη για το σεντόνι που θα δείτε, αλλά δεν το συνηθίζω.
Η πρώτη πρόσκληση-πρόκληση ήρθε από το patsiouri. Μου έδωσε τις λέξεις ψυχάκι, υπομονή, νυχτολούλουδο, μπάτσος και θαλπωρή.
Ιδού το αποτέλεσμα:
«Ψυχάκι είναι η μάνα σου μωρή μαλακισμένη!!!» της φώναζε καθώς έβγαινε από το σπίτι. «Εγώ ψυχάκι; Εγώ; Πού θυσίασα όλα μου τα θέλω για να περνάς εσύ καλά και για να μην έχει να πει τίποτα η φώκια η μάνα σου; Η ψωνάρα; Που ήθελε γαμπρό δικηγόρο κι από σόι; Δεν της έφτανε που σε είχα βασίλισσα και έτρεχα όλη μέρα για να τα έχεις όλα! Αλλά τώρα θα δείτε την αξία μου! Κι εσύ κι αυτή!»
Ενώ έκλεινε με δύναμη την πόρτα πίσω του, η Ελεονόρα με λυγμούς έλεγε κάτι ανάμεσα σε παρακάλια και σε βρισιές. Δεν έμεινε να ακούσει τίποτα. Η υπομονή του είχε εξαντληθεί. Πλέον πίστευε ότι από την αρχή είχε πέσει θύμα ενός οργανωμένου σχεδίου. Μάνα και κόρη τον τύλιξαν. Με βήμα γοργό και σταθερό κατευθύνθηκε προς το αυτοκίνητό του. Ένα δροσερό αεράκι φύσηξε στο πρόσωπό του ενώ η μυρωδιά του νυχτολούλουδου ήταν διάχυτη τη ζεστή εκείνη καλοκαιρινή νύχτα. Ένιωθε πια να αναπνέει καθαρό αέρα. Τον αέρα που τρία χρόνια τώρα του είχαν στερήσει μάνα και κόρη.
Μπήκε στο αυτοκίνητο και έβαλε μπροστά τη μηχανή. Άναψε ένα τσιγάρο και πάτησε το γκάζι. Δεν ήξερε που πήγαινε. Ήθελε μόνο να φύγει μακριά. Όσο πιο μακριά γινόταν. Σε κείνο το σπίτι δεν ήθελε να ξαναγυρίσει. Στο φανάρι, άνοιξε το φλασκί του και ήπιε δυο γερές ρουφηξιές από το δυνατό ουίσκι που είχε μαζί του. Στο επόμενο φανάρι άδειασε το μισό. Από το στέρεο του αυτοκινήτου ακούγονταν δυνατά καψουροτράγουδα. Ό,τι έπρεπε για την περίσταση. Πάτησε το γκάζι. Το μυαλό του ήταν θολωμένο. Δεν ήξερε πια τι ήθελε ή που πήγαινε. Μόνο έτρεχε. Έτρεχε.
Πέρασε τρία κόκκινα. Σε λίγο άκουσε από πίσω του μια σειρήνα. Ένα περιπολικό τον καταδίωκε. Του έκανε σήμα να κάνει στην άκρη. Σταμάτησε. Ο μπάτσος βγήκε και πλησίασε στο τζάμι του αυτοκινήτου του. Του ζήτησε να κατέβει από το αμάξι και να του δώσει τα χαρτιά του. Τον πλησίασε ένας άλλος και του ζήτησε να φυσήξει στο μηχάνημα. Το μόνο που δεν ήθελε να του συμβεί. Να του κάνουν αλκοτέστ εκείνη τη στιγμή. Δε μπορούσε να κάνει διαφορετικά. Φύσηξε. «Πιο δυνατά κύριε!», του είπε σε αυστηρό τόνο ο μπάτσος. Ξαναφύσηξε. Αυτή τη φορά ο μπάτσος γούρλωσε τα μάτια. «Λυπάμαι πολύ κύριε αλλά πρέπει να μας ακολουθήσετε στο τμήμα. Αύριο θα περάσετε από αυτόφωρο.» Παρά τις διαμαρτυρίες του, τον οδήγησαν στο περιπολικό και ένας μπάτσος πήρε το αυτοκίνητό του.
Στο κρατητήριο είχε παρέα. Ένας άλλος μεθυσμένος και μία τραβεστί. Του είχε φύγει πια και το μεθύσι και όλα. Σκεφτόταν που είχε μπλέξει. Ξέσπασε. Ένα δάκρυ κύλησε από την άκρη του ματιού του. Τον πλησίασε η τραβεστί. «Συλβάνα» του συστήθηκε. «Νίκος», απάντησε και της έδωσε το χέρι. Δεν τον ένοιαζε πια ούτε που ήταν ούτε ποιον είχε απέναντί του. Το μόνο που ήθελε ήταν να τα πει και να ξεσπάσει. Και είχε βρει καλό ακροατή. Είχε ακούσει αυτή ιστορίες…
Το πρωί ξύπνησε από τη φωνή του μπάτσου. Έπρεπε να τον πάνε στο αυτόφωρο. Είχε κοιμηθεί στην αγκαλιά της Συλβάνας. Όλο το βράδυ έκλεγε σαν μωρό. Για πρώτη φορά μετά από χρόνια, μέσα σε εκείνο το υγρό και σκοτεινό κελί, είχε βρει την θαλπωρή που του είχε στερήσει η γυναίκα του. Στην αγκαλιά μιας «αλλόκοτης»…
Δεύτερη έφτασε η πρόσκληση από τη Citronella. Οι λέξεις της: πευκοβελόνες, ταξί, παγωτό, εκδρομή, γέλιο.
Το αποτέλεσμα μικρότερο (ευτυχώς, για όλους) από το προηγούμενο:
«Μανωλάκι! Μανωλάκι! Μην τρέχεις έτσι παιδί μου! Θα γλιστρήσεις στις πευκοβελόνες! Πρόσεχε σου λέω!»
«Μαμά προσέχω σου λέω! Δεν πέφτω εγώ!»
«Αχ βρε κερατά! Δε θα σε ξαναφέρω στο πάρκο! Να το ξέρεις!»
Τα ίδια έλεγε κάθε φορά. Αλλά κάθε Κυριακή έπαιρνε το μοναχοπαίδι της και με ταξί έφταναν στο Άλσος του Γαλατσίου. Τον άφηνε να τρέχει και να παίζει με τα άλλα παιδάκια. Του αγόραζε και παγωτό. Σοκολάτα και φιστίκι που του άρεσαν πολύ. Τρία χρόνια χήρα. Δούλευε και τα Σάββατα για να τα βγάλει πέρα. Φέτος ο Μανωλάκης θα ξεκινήσει και το σχολείο. Η μόνη τους διασκέδαση αυτή η μικρή εκδρομή. Από τα Κάτω Πατήσια στο άλσος Γαλατσίου. Από το ανήλιαγο μικρό δυαράκι του πρώτου ορόφου στο όμορφο αλσάκι. Όλη τη βδομάδα περίμενε την Κυριακή για να βρει το γέλιο τη θέση του στο σκυθρωπό της πρόσωπο. Κι ας φώναζε κάθε φορά στο Μανωλάκη ότι δε θα τον ξαναφέρει αν δεν είναι φρόνιμος…
Και τέλος η ιστορία με τις λέξεις της Beniamin. Οι λέξεις της: παραλογισμός, ανούσια, ασετόν, φλοκάτη, καγκελόπορτα.
Ιδού:
Έτρεχε να προλάβει. Μέσα στο γενικό παραλογισμό των ημερών φοβόταν ότι δε θα τα προλάβει όλα. Γιορτές σου λέει ο άλλος. Ποιες γιορτές; Που κάθε χρόνο φορτώνεται όλο το σόι στο κεφάλι της; Και πρέπει να μην παραπονεθεί κανείς. Ο ένας δεν τρώει το ένα. Ο άλλος δεν θέλει αλάτι. Ο παππούς έχει ζάχαρο. Και τα παιδιά να τρέχουν πάνω κάτω. Επτά ξαδέρφια σύνολο που βρίσκονται τέτοιες μέρες κάθε χρόνο και τα κάνουν όλα άνω κάτω!
Έχουν αρχίσει να της φαίνονται όλα αυτά ανούσια. Η μόνη που δε θέλει να έρθουν οι γιορτές. Τις φοβάται. Ακόμα δεν έχει συνηθίσει. Πρέπει να είναι και καλή νοικοκυρά και καλή μαγείρισσα και περιποιημένη στην τρίχα για την εκκλησία και τις καθημερινές εξόδους.
Έχει φτάσει η Μεγάλη Παρασκευή. Λίγες μέρες έχουν μείνει μέχρι να τελειώσει το μαρτύριό της. Είναι απόγευμα και έχει ήδη ετοιμάσει τα εντόσθια για την μαγειρίτσα. Ετοιμάζεται για την εκκλησία. Ξεβάφει τα ταλαιπωρημένα νύχια της με ασετόν. Έχει βυθιστεί στις σκέψεις της και σιχτιρίζει τη μοίρα της. Ξαφνικά ακούγεται ένας δυνατός ήχος από έξω. Σαν κάτι να σκάει. Σαν τρακάρισμα. Σαν βόμβα. Δεν ξέρει τι είναι. Από την τρομάρα της, το ασετόν της πέφτει από τα χέρια και χύνεται πάνω στην κόκκινη φλοκάτη του υπνοδωματίου. Αυτό της έλειπε τώρα. Βγαίνει γρήγορα στο μπαλκόνι να δει τι συμβαίνει. Τα κωλόπαιδα γκρέμισαν την καγκελόπορτα της αυλής…
Αυτά λοιπόν... Ελπίζω να μην απογοήτευσα τις φίλες που με κάλεσαν στο ωραίο αυτό παιχνιδάκι. Κι επειδή το διασκέδασα εγώ πιστεύω πως θα το διασκεδάσει όποιος παίξει...
Και με τη σειρά μου προσκαλώ τους: Crazy Cow, deadend mind, kyrallina, monte christo και Χαλαρά να γράψουν από μια μικρή ιστορία με τις λέξεις: κατούρημα, καφές, λουκάνικο, τρένο και ημικρανία.
Καλή τους τύχη!
Η πρώτη πρόσκληση-πρόκληση ήρθε από το patsiouri. Μου έδωσε τις λέξεις ψυχάκι, υπομονή, νυχτολούλουδο, μπάτσος και θαλπωρή.
Ιδού το αποτέλεσμα:
«Ψυχάκι είναι η μάνα σου μωρή μαλακισμένη!!!» της φώναζε καθώς έβγαινε από το σπίτι. «Εγώ ψυχάκι; Εγώ; Πού θυσίασα όλα μου τα θέλω για να περνάς εσύ καλά και για να μην έχει να πει τίποτα η φώκια η μάνα σου; Η ψωνάρα; Που ήθελε γαμπρό δικηγόρο κι από σόι; Δεν της έφτανε που σε είχα βασίλισσα και έτρεχα όλη μέρα για να τα έχεις όλα! Αλλά τώρα θα δείτε την αξία μου! Κι εσύ κι αυτή!»
Ενώ έκλεινε με δύναμη την πόρτα πίσω του, η Ελεονόρα με λυγμούς έλεγε κάτι ανάμεσα σε παρακάλια και σε βρισιές. Δεν έμεινε να ακούσει τίποτα. Η υπομονή του είχε εξαντληθεί. Πλέον πίστευε ότι από την αρχή είχε πέσει θύμα ενός οργανωμένου σχεδίου. Μάνα και κόρη τον τύλιξαν. Με βήμα γοργό και σταθερό κατευθύνθηκε προς το αυτοκίνητό του. Ένα δροσερό αεράκι φύσηξε στο πρόσωπό του ενώ η μυρωδιά του νυχτολούλουδου ήταν διάχυτη τη ζεστή εκείνη καλοκαιρινή νύχτα. Ένιωθε πια να αναπνέει καθαρό αέρα. Τον αέρα που τρία χρόνια τώρα του είχαν στερήσει μάνα και κόρη.
Μπήκε στο αυτοκίνητο και έβαλε μπροστά τη μηχανή. Άναψε ένα τσιγάρο και πάτησε το γκάζι. Δεν ήξερε που πήγαινε. Ήθελε μόνο να φύγει μακριά. Όσο πιο μακριά γινόταν. Σε κείνο το σπίτι δεν ήθελε να ξαναγυρίσει. Στο φανάρι, άνοιξε το φλασκί του και ήπιε δυο γερές ρουφηξιές από το δυνατό ουίσκι που είχε μαζί του. Στο επόμενο φανάρι άδειασε το μισό. Από το στέρεο του αυτοκινήτου ακούγονταν δυνατά καψουροτράγουδα. Ό,τι έπρεπε για την περίσταση. Πάτησε το γκάζι. Το μυαλό του ήταν θολωμένο. Δεν ήξερε πια τι ήθελε ή που πήγαινε. Μόνο έτρεχε. Έτρεχε.
Πέρασε τρία κόκκινα. Σε λίγο άκουσε από πίσω του μια σειρήνα. Ένα περιπολικό τον καταδίωκε. Του έκανε σήμα να κάνει στην άκρη. Σταμάτησε. Ο μπάτσος βγήκε και πλησίασε στο τζάμι του αυτοκινήτου του. Του ζήτησε να κατέβει από το αμάξι και να του δώσει τα χαρτιά του. Τον πλησίασε ένας άλλος και του ζήτησε να φυσήξει στο μηχάνημα. Το μόνο που δεν ήθελε να του συμβεί. Να του κάνουν αλκοτέστ εκείνη τη στιγμή. Δε μπορούσε να κάνει διαφορετικά. Φύσηξε. «Πιο δυνατά κύριε!», του είπε σε αυστηρό τόνο ο μπάτσος. Ξαναφύσηξε. Αυτή τη φορά ο μπάτσος γούρλωσε τα μάτια. «Λυπάμαι πολύ κύριε αλλά πρέπει να μας ακολουθήσετε στο τμήμα. Αύριο θα περάσετε από αυτόφωρο.» Παρά τις διαμαρτυρίες του, τον οδήγησαν στο περιπολικό και ένας μπάτσος πήρε το αυτοκίνητό του.
Στο κρατητήριο είχε παρέα. Ένας άλλος μεθυσμένος και μία τραβεστί. Του είχε φύγει πια και το μεθύσι και όλα. Σκεφτόταν που είχε μπλέξει. Ξέσπασε. Ένα δάκρυ κύλησε από την άκρη του ματιού του. Τον πλησίασε η τραβεστί. «Συλβάνα» του συστήθηκε. «Νίκος», απάντησε και της έδωσε το χέρι. Δεν τον ένοιαζε πια ούτε που ήταν ούτε ποιον είχε απέναντί του. Το μόνο που ήθελε ήταν να τα πει και να ξεσπάσει. Και είχε βρει καλό ακροατή. Είχε ακούσει αυτή ιστορίες…
Το πρωί ξύπνησε από τη φωνή του μπάτσου. Έπρεπε να τον πάνε στο αυτόφωρο. Είχε κοιμηθεί στην αγκαλιά της Συλβάνας. Όλο το βράδυ έκλεγε σαν μωρό. Για πρώτη φορά μετά από χρόνια, μέσα σε εκείνο το υγρό και σκοτεινό κελί, είχε βρει την θαλπωρή που του είχε στερήσει η γυναίκα του. Στην αγκαλιά μιας «αλλόκοτης»…
Δεύτερη έφτασε η πρόσκληση από τη Citronella. Οι λέξεις της: πευκοβελόνες, ταξί, παγωτό, εκδρομή, γέλιο.
Το αποτέλεσμα μικρότερο (ευτυχώς, για όλους) από το προηγούμενο:
«Μανωλάκι! Μανωλάκι! Μην τρέχεις έτσι παιδί μου! Θα γλιστρήσεις στις πευκοβελόνες! Πρόσεχε σου λέω!»
«Μαμά προσέχω σου λέω! Δεν πέφτω εγώ!»
«Αχ βρε κερατά! Δε θα σε ξαναφέρω στο πάρκο! Να το ξέρεις!»
Τα ίδια έλεγε κάθε φορά. Αλλά κάθε Κυριακή έπαιρνε το μοναχοπαίδι της και με ταξί έφταναν στο Άλσος του Γαλατσίου. Τον άφηνε να τρέχει και να παίζει με τα άλλα παιδάκια. Του αγόραζε και παγωτό. Σοκολάτα και φιστίκι που του άρεσαν πολύ. Τρία χρόνια χήρα. Δούλευε και τα Σάββατα για να τα βγάλει πέρα. Φέτος ο Μανωλάκης θα ξεκινήσει και το σχολείο. Η μόνη τους διασκέδαση αυτή η μικρή εκδρομή. Από τα Κάτω Πατήσια στο άλσος Γαλατσίου. Από το ανήλιαγο μικρό δυαράκι του πρώτου ορόφου στο όμορφο αλσάκι. Όλη τη βδομάδα περίμενε την Κυριακή για να βρει το γέλιο τη θέση του στο σκυθρωπό της πρόσωπο. Κι ας φώναζε κάθε φορά στο Μανωλάκη ότι δε θα τον ξαναφέρει αν δεν είναι φρόνιμος…
Και τέλος η ιστορία με τις λέξεις της Beniamin. Οι λέξεις της: παραλογισμός, ανούσια, ασετόν, φλοκάτη, καγκελόπορτα.
Ιδού:
Έτρεχε να προλάβει. Μέσα στο γενικό παραλογισμό των ημερών φοβόταν ότι δε θα τα προλάβει όλα. Γιορτές σου λέει ο άλλος. Ποιες γιορτές; Που κάθε χρόνο φορτώνεται όλο το σόι στο κεφάλι της; Και πρέπει να μην παραπονεθεί κανείς. Ο ένας δεν τρώει το ένα. Ο άλλος δεν θέλει αλάτι. Ο παππούς έχει ζάχαρο. Και τα παιδιά να τρέχουν πάνω κάτω. Επτά ξαδέρφια σύνολο που βρίσκονται τέτοιες μέρες κάθε χρόνο και τα κάνουν όλα άνω κάτω!
Έχουν αρχίσει να της φαίνονται όλα αυτά ανούσια. Η μόνη που δε θέλει να έρθουν οι γιορτές. Τις φοβάται. Ακόμα δεν έχει συνηθίσει. Πρέπει να είναι και καλή νοικοκυρά και καλή μαγείρισσα και περιποιημένη στην τρίχα για την εκκλησία και τις καθημερινές εξόδους.
Έχει φτάσει η Μεγάλη Παρασκευή. Λίγες μέρες έχουν μείνει μέχρι να τελειώσει το μαρτύριό της. Είναι απόγευμα και έχει ήδη ετοιμάσει τα εντόσθια για την μαγειρίτσα. Ετοιμάζεται για την εκκλησία. Ξεβάφει τα ταλαιπωρημένα νύχια της με ασετόν. Έχει βυθιστεί στις σκέψεις της και σιχτιρίζει τη μοίρα της. Ξαφνικά ακούγεται ένας δυνατός ήχος από έξω. Σαν κάτι να σκάει. Σαν τρακάρισμα. Σαν βόμβα. Δεν ξέρει τι είναι. Από την τρομάρα της, το ασετόν της πέφτει από τα χέρια και χύνεται πάνω στην κόκκινη φλοκάτη του υπνοδωματίου. Αυτό της έλειπε τώρα. Βγαίνει γρήγορα στο μπαλκόνι να δει τι συμβαίνει. Τα κωλόπαιδα γκρέμισαν την καγκελόπορτα της αυλής…
Αυτά λοιπόν... Ελπίζω να μην απογοήτευσα τις φίλες που με κάλεσαν στο ωραίο αυτό παιχνιδάκι. Κι επειδή το διασκέδασα εγώ πιστεύω πως θα το διασκεδάσει όποιος παίξει...
Και με τη σειρά μου προσκαλώ τους: Crazy Cow, deadend mind, kyrallina, monte christo και Χαλαρά να γράψουν από μια μικρή ιστορία με τις λέξεις: κατούρημα, καφές, λουκάνικο, τρένο και ημικρανία.
Καλή τους τύχη!
Τρίτη, Μαρτίου 13, 2007
Πέμπτη, Μαρτίου 08, 2007
Κουλουράκι της τύχης
Πριν από λίγες μέρες, (μάλλον πριν από δυο βδομάδες...) είχα βρει ένα φυλλάδιο από κινέζικο εστιατόριο κάτω από την πόρτα μου. Το περίμενα από καιρό, μιας και δεν είχα κανένα φυλλάδιο από κινέζικο, και μόλις το είδα κατάλαβα αμέσως ποιο θα ήταν το μεσημεριανό μου φαγητό. Αν δε σας το έχω πει, τρελαίνομαι για την κινέζικη κουζίνα και γενικά για κάθε γλυκόξινη γεύση.
Το φαγητό (γλυκόξινο κοτόπουλο και τηγανητό ρύζι) συνοδευόταν και από ένα κουλουράκι της τύχης. Μέσα του έκρυβε ό,τι πιο ωραίο έχω ακούσει ή διαβάσει τον τελευταίο καιρό:
"You will always be surrounded by true friends".
Δεν τα πιστεύω αυτά, αλλά είναι ωραίο να διαβάζεις τέτοια πράγματα για σένα...
:)
Παρασκευή, Μαρτίου 02, 2007
Πώς εμπνεύστηκα το νικ μου
Η Citronella το ξεκίνησε. Καινούριο παιχνίδι. Μας αποκάλυψε πως εμπνεύστηκε το νικ της και τι τελικά σημαίνει. Κανείς δεν υποψιαζόταν ότι η φίλη μας Citronella είναι απλά ένα αντικουνοπικό και όχι κάτι δροσερό όπως μια λεμονάδα...
Λοιπόοον, για να έρθουμε και στο δικό μας. Πώς ο Σπιτόγατος εμπνεύστηκε το όνομά του;
Πριν ένα χρόνο περίπου (όπου να'ναι συμπληρώνω ένα χρόνο εδώ μέσα...) ενώ ανάρρωνα από μια θεραπεία και ήμουν κλεισμένος στο σπίτι, ανακάλυψα τα μπλογκς. Αφού ήμουν συνέχεια στο σπίτι ασχολούμουν πολύ με το διαδίκτυο. Έτσι, αποφάσισα να ανοίξω κι εγώ ένα βλόγι. Και εκεί ήρθαν τα δύσκολα. Πώς να το βγάλω; Τι τίτλο να του δώσω; Τι νικ να επιλέξω; Δεν το σκέφτηκα και πολύ. Απλά αναλογίστηκα την κατάστασή μου. Μέσα στο σπίτι συνέχεια. Από το κρεβάτι στον καναπέ και από τον καναπέ στο κρεβάτι. Και εγένετο Σπιτόγατος και το βλόγι του το Σπίτι του, αγαπημένο του σπίτι!!!
Η Citronella που ξεκίνησε το νέο παιχνίδι ζήτησε να συνεχιστεί. Σε αυτό το παιχνίδι δεν δίνουμε σκυτάλη. Την παίρνει ο καθένας μόνος του...
:)
Λοιπόοον, για να έρθουμε και στο δικό μας. Πώς ο Σπιτόγατος εμπνεύστηκε το όνομά του;
Πριν ένα χρόνο περίπου (όπου να'ναι συμπληρώνω ένα χρόνο εδώ μέσα...) ενώ ανάρρωνα από μια θεραπεία και ήμουν κλεισμένος στο σπίτι, ανακάλυψα τα μπλογκς. Αφού ήμουν συνέχεια στο σπίτι ασχολούμουν πολύ με το διαδίκτυο. Έτσι, αποφάσισα να ανοίξω κι εγώ ένα βλόγι. Και εκεί ήρθαν τα δύσκολα. Πώς να το βγάλω; Τι τίτλο να του δώσω; Τι νικ να επιλέξω; Δεν το σκέφτηκα και πολύ. Απλά αναλογίστηκα την κατάστασή μου. Μέσα στο σπίτι συνέχεια. Από το κρεβάτι στον καναπέ και από τον καναπέ στο κρεβάτι. Και εγένετο Σπιτόγατος και το βλόγι του το Σπίτι του, αγαπημένο του σπίτι!!!
Η Citronella που ξεκίνησε το νέο παιχνίδι ζήτησε να συνεχιστεί. Σε αυτό το παιχνίδι δεν δίνουμε σκυτάλη. Την παίρνει ο καθένας μόνος του...
:)
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)