Πέμπτη, Ιουλίου 05, 2007

Η ιστορία της φωτογραφίας

Καλό μήνα σε όλους! Ξέρω, σας έλειψα πολύ! Κι εσείς μου λείψατε! Μετά από πολύ καιρό, επανέρχομαι για να απαντήσω σε μια πρόσκληση του anisixou. Έπρεπε να γράψω μια ιστορία για την παρακάτω φωτογραφία. Σας προειδοποιώ ότι ακολουθεί σεντόνι ασυνήθιστου μεγέθους για το παρών βλόγιον! Καλή σας ανάγνωση και με συγχωρείτε για το χρόνο που θα σας φάω αδικαιολόγητα!


Τον είχαν προειδοποιήσει. Αυτός ποτέ δεν έπαιρνε από λόγια. Ούτε από απειλές. Πίστευε ότι δεν ήταν ικανοί να πραγματοποιήσουν τίποτα από όσα έλεγαν. «Μόνο λόγια είναι! Άσ’ τους! Θα πουν, θα πουν, θα σπάσουν και τίποτα, θα ξεθυμάνουν και θα φύγουν!» Συνέχιζε να κάνει τη δουλειά του σαν να μην έτρεχε τίποτα. Τους αγνοούσε επιδεικτικά!

Οι πιέσεις, όμως, τον τελευταίο καιρό είχαν γίνει αφόρητες. Καθημερινά έπαιρναν και τρεις και πέντε φορές τηλέφωνο, πότε στο σπίτι του και πότε στο μαγαζί, και απειλούσαν. Έβριζαν χυδαία τη γυναίκα του και τα παιδιά του, γεγονός που τον είχε ενοχλήσει. Η κατάσταση είχε αρχίσει να γίνεται ανυπόφορη. Περνούσαν από το μαγαζί απροειδοποίητα και τον έψαχναν. Είχε αρχίσει να φοβάται και να κρύβεται. Παρά το γεγονός ότι δεν τους είχε ικανούς να κάνουν πράξη έστω και μια τους απειλή, είχε αρχίσει να παίρνει τα μέτρα του. Μέχρι το μοιραίο βράδυ…

Είχε κλείσει το μαγαζί και είχε φύγει και ο τελευταίος υπάλληλος. Έκλεινε τους τελευταίους λογαριασμούς, όταν άκουσε θόρυβο στην εξώπορτα. Δεν έδωσε σημασία. Το μαγαζί βρισκόταν σε κεντρικό δρόμο της πόλης και τέτοιοι θόρυβοι ήταν συνηθισμένοι. Συνέχισε τη δουλειά του, ώσπου ένας θόρυβος πιο δυνατός τον ανάγκασε να διακόψει. Αυτή τη φορά ήταν σίγουρα η πόρτα. Κάποιος προσπαθούσε να την παραβιάσει. Σηκώθηκε αργά από το γραφείο του και κατευθύνθηκε, σχεδόν αθόρυβα, στο χώρο του εστιατορίου προς τη μεριά της εξώπορτας. Όσο πλησίαζε άκουγε κάτι να σκαλίζει την κλειδαριά και μερικούς ψιθύρους. Όταν έφτασε σε απόσταση δύο μέτρων από την έξοδο, η πόρτα άνοιξε απότομα και μπήκαν με φόρα μέσα στο μαγαζί πέντε μαυροντυμένοι άντρες με κουκούλες. Αμέσως, γύρισε από την άλλη και άρχισε να τρέχει προς την κουζίνα. Υπήρχε άλλη μια έξοδος εκεί. Δεν πρόλαβε. Άλλοι τρεις άντρες με την ίδια αμφίεση του έκλεισαν το δρόμο. Ξαφνικά είχε βρεθεί ανάμεσα σε οκτώ κουκουλοφόρους που τον σημάδευαν με πιστόλια. Σήκωσε τα χέρια ψηλά, ενώ τον είχε λούσει κρύος ιδρώτας από το φόβο του.

Δεν είχε καμία αμφιβολία για το τι συνέβαινε. Τελικά δεν έπρεπε να είχε αψηφήσει τις απειλές του Καραμπέτη. Έπρεπε να είχε πάει με τα νερά του. Ακόμα, βέβαια, μέσα του ήλπιζε ότι πρόκειται για άλλη μια επίδειξη δύναμης. Κι όμως, αυτή τη φορά τα πράγματα ήταν πιο σοβαρά. Άλλη μια φορά είχε δεχτεί τέτοια «επίσκεψη». Τότε έσπασαν μόνο μερικά τραπέζια και καρέκλες, έσκισαν δυο τρεις ταπετσαρίες και έφυγαν. Όταν, όμως, άκουσε τη βραχνή βαθιά φωνή πίσω του, τότε κατάλαβε ότι αυτή τη φορά δε θα τη γλίτωνε με λίγες ζημιές.

Τον είχε δει προσωπικά μόνο τρεις φορές τα δύο τελευταία χρόνια που είχαν «δοσοληψίες». Οι εμφανίσεις του ήξερε ότι ήταν σπάνιες. Το γεγονός ότι εκείνο το βράδυ είχε αποφασίσει αυτοπροσώπως να τον «επισκεφτεί» δεν ήταν καλό σημάδι.
«Καλησπέρα Μιχαλάκη! Τι κάνεις; Μας ξέχασες…». Δεν τους είχε ξεχάσει καθόλου. Δε μπορούσε άλλωστε. Αλλά δε μπορούσε και να αντεπεξέλθει στις απαιτήσεις τους. Είχε ένα δάνειο να ξεχρεώσει. Κι όμως. Αυτοί δεν είχαν ευαισθησίες. Διευκολύνσεις έκανε κι ο Καραμπέτης. Τι χρειάζονται οι τράπεζες… Άλλωστε, «υποχρέωσή» του ήταν να ξεπληρώνει πρώτα από όλα τις «υπηρεσίες» που παρείχε ο Καραμπέτης στην επιχείρηση. Είχε υπό τον έλεγχό του ολόκληρη την περιοχή! Τρεις ολόκληρες συνοικίες έδιναν τις εισφορές τους για την προστασία που τους παρείχε. Κανένας επιχειρηματίας δεν του είχε αντισταθεί. Μέχρι τώρα. Ποτέ δε χρειάστηκε να πραγματοποιήσει καμιά του απειλή. Μέχρι εκείνη τη στιγμή.

Ο Μιχάλης του χάλαγε τη σούπα. Γνωρίζοντας ότι ποτέ δεν είχε συμβεί τίποτα σε κανένα, πίστεψε ότι θα μπορούσε να αθετήσει τις «υποχρεώσεις» του χωρίς να πάθει τίποτα. Για τέσσερις μήνες είχε διακόψει τις πληρωμές. Στην αρχή οι δικαιολογίες του γίνονταν ανεκτές, αλλά πάντα με την διαβεβαίωσή του ότι την επόμενη φορά θα έδινε διπλή δόση. Τους δύο τελευταίους μήνες οι πιέσεις τους είχαν γίνει ασφυκτικές. Κι όμως, κατάφερνε να αντιστέκεται. Το γεγονός είχε θορυβήσει ιδιαίτερα τον Καραμπέτη. Ώρα ήταν να σήκωναν κι άλλοι κεφάλι… Έπρεπε αυτό το κεφάλι να σκύψει οπωσδήποτε!

«Μιχαλάκη, δεν πιστεύω να ξέχασες τους καλούς σου φίλους;» επανέλαβε με τη βραχνή του φωνή. «εμείς εδώ είμαστε γιατί θέλουμε να βοηθάμε όλους εσάς τους επιτυχημένους επιχειρηματίες και να προστατεύουμε την ζωή και την περιουσία σας. Εσύ γιατί δεν εκτιμάς τις υπηρεσίες μας, όπως όλοι οι υπόλοιποι;» «Ξέρετε πολύ καλά ότι αντιμετωπίζω οικονομικές δυσκολίες τον τελευταίο καιρό. Οι τράπεζες απειλούν να μου πάρουν το μαγαζί.» ψέλλισε με δυσκολία. Η τελευταία του φράση διακόπηκε βίαια από ένα δυνατό χαστούκι. «Δε με ενδιαφέρουν οι δικές σου δυσκολίες! Δε με νοιάζουν οι τράπεζες! Άλλωστε, κι εμείς μπορούμε να σε «διευκολύνουμε». Αν δεν φροντίσουμε τους δικούς μας ανθρώπους, ποιους θα κοιτάξουμε; Αλλά εσύ έχεις εξαντλήσει την υπομονή μας. Αυτό ξέρεις ότι δε μπορεί να μείνει έτσι. Οι προθεσμίες που σου δώσαμε εξέπνευσαν όλες.» «Μα, δώστε μου λίγο χρόνο. Δε θα τα χάσετε τα λεφτά σας. Θα σας τα δώσω σύντομα.» «Δυστυχώς για όλους μας, Μιχάλη μου, δε μπορείς να έχεις άλλη προθεσμία. Πρέπει να ξέρεις ότι δημιούργησες ένα πολύ κακό προηγούμενο. Ήδη άλλοι 7-8 έχουν αρχίσει να καθυστερούν τις υποχρεώσεις τους. Αυτό πρέπει να σταματήσει όσο είναι νωρίς. Λυπάμαι πολύ…Πάρτε τον παιδιά!».

Αμέσως τρεις από τους κουκουλοφόρους τον έπιασαν και τον έδεσαν χειροπόδαρα. Ένας τέταρτος τον φίμωσε και του φόρεσε μια μεγάλη μαύρη κουκούλα. Πλέον δεν έβλεπε τίποτα. Τον έσυραν μέχρι την έξοδο και τον έχωσαν σε ένα αυτοκίνητο. Μαζί με το αυτοκίνητο που τον έβαλαν, άκουσε και μερικά άλλα να ξεκινούν και να τους ακολουθούν. Τώρα πια φοβόταν πραγματικά. Δεν ήξερε τι θα του συνέβαινε από δω και πέρα. Για πρώτη φορά φοβόταν τόσο για τη ζωή του. Και πάνω από όλα φοβόταν για τη ζωή της γυναίκας του και των παιδιών του. Μετά από κανένα τέταρτο σταμάτησε το αυτοκίνητο. Μαζί σταμάτησαν και τα υπόλοιπα. Δεν ακουγόταν τίποτα άλλο πέρα από το θόρυβο που έκαναν οι άντρες που έβγαιναν από τα αυτοκίνητα. Βρίσκονταν σίγουρα κάπου ερημικά. Άκουσε μερικούς ψιθύρους και αμέσως μετά άνοιξε η πόρτα του αυτοκινήτου και δυο χέρια τον τράβηξαν βίαια έξω και τον πέταξαν με δύναμη κάτω στο έδαφος. Ένιωσε να βουλιάζει ολόκληρος σε κάτι πολύ μαλακό. Βέβαια. Ήταν άμμος θαλάσσης. Βρίσκονταν σίγουρα σε κάποια παραλία. Και βέβαια τέτοια εποχή δεν υπήρχε περίπτωση να βρίσκεται κανείς άλλος εκεί γύρω.

«Τώρα θα μάθεις, Μιχάλη μου, τι παθαίνει όποιος δεν είναι καλός με τον Καραμπέτη!» Η βραχνάδα στη φωνή του είχε αποκτήσει κάτι το ηδονικό. Το ευχαριστιόταν το καθίκι! Είχε σίγουρα σαδιστικές τάσεις. Ο Μιχάλης ήξερε πια ότι δεν θα φύγει μαζί τους από αυτή την παραλία. Αυτό, όμως, που τον έφερνε πραγματικά σε απόγνωση ήταν ότι δε μπορούσε να μιλήσει. Δε μπορούσε να απαντήσει, ούτε καν να κινηθεί. «Ελάτε! Κάντε γρήγορα! Δε θα ξημερωθούμε εδώ πέρα! Κάνει και κρύο που να πάρει!» Με το που τελείωσε τη φράση του ο Καραμπέτης, άκουσε να φτυαρίζουν την άμμο. Προσπάθησε να αντιδράσει, αλλά ήταν μάταιο. Το μόνο που κατάφερε ήταν να σπαρταράει σαν ψάρι, πράγμα που προκάλεσε το σαδιστικό γέλιο των βασανιστών του. «Κοίτα τον πως κάνει! Βιάζεται να κολυμπήσει!». Πέντε λεπτά ήταν αρκετά για να τελειώσει το φτυάρισμα. Είχαν ανοίξει την τρύπα που χρειάζονταν. «Φέρτε τώρα τη βαλίτσα!» διέταξε ο Καραμπέτης. Ποια βαλίτσα; Σκέφτηκε ο Μιχάλης. Τι θα την έκαναν την βαλίτσα; «Τι νόμιζες; Ότι θα σε αφήναμε να ακουμπήσεις την υγρή την άμμο; Εμείς τους φροντίζουμε τους πελάτες μας! Βάλτε τον μέσα! Γρήγορα! Ξημερώσαμε!»



Αυτή τη στιγμή δε θα καλέσω άλλον να παίξει στο παιχνίδι. Ίσως αύριο ή μεθαύριο ή μια από τις επόμενες μέρες να βρω μια ενδιαφέρουσα φωτογραφία και να προσκαλέσω κάποιους. Τώρα είναι λίγο αργά και βαριέμαι. Φιλιά μέχρι το επόμενο ποστ! Πότε θα είναι κανείς δεν ξέρει...

17 σχόλια:

tzonakos είπε...

Ωραία ιστορία.
Ανατριχιαστική και ταιριαστή με την φωτογραφία.
Γράφεις-δε-γράφεις, τελείωσε ! Τώρα εισαι βλόγκερ, τι θα γίνει μόνο εμείς θα κάνουμε βρωμοβλογκοδουλειές ;
Να περνά καλά φίλε !

Πίκος Απίκος είπε...

Κι έτσι ολοκληρώνεται ένα ακόμα επεισόδιο του Αστυνόμου Μπέκα...

Στο επόμενο επεισόδιο ο κουλοχέρης Μήτσος βάζει στο μάτι την γλυκιά πόρνη Μαριλού... μόνο εμπόδιο στην ευτυχία τους ο νταβατζής με το κωδικό όνομα "Πάρνηθοκαμμένος". Ένας φόνος, ένα στραβοκομμένο μουστάκι και μια προβληματική συνδρομή στο OnDSL Kit ρίχνουν κι άλλο λάδι στη φωτιά και περιπλέκουν το μυστήριο...

Ωραίο το κείμενό σου Σπιτόγατε και να σαι καλά!

exitmusician είπε...

Ακούω καμπάνες να παιανίζουν; Ακούω χερουβείμ να ψάλλουν Ωσαννά; Ναι, he's back! Ladies and gentlemen, from Samos, Dodekanisa... Spitogatos!

Τρομερή ιστορία, αλλά ρε παιδί μου λίγο βαριά για come back! Σαν να επέστρεφαν οι Πυξ Λαξ στην 54η επανασύνδεσή τους με goth δίσκο ένα πράγμα lol Πολύ καλογραμμένη πάντως.

Σπιτόγατος είπε...

@tzonakos, θα μπορούσε το μπλόγκιν να είναι η μοναδική μου απασχόληση, αλλά δυστυχώς άλλες είναι τώρα οι προτερεότητες...

@πίκος απίκος, αυτή την ιστορία μάλλον πρέπει να τη γράψεις εσύ...;)

@exitmusician, εχμμμ γκουχου χκουχου χμμμ ξέρεις...εχμμμ...η Σάμος δεν είναι στα Δωδεκάνησα...
Και το πιο τραγικό; Εγώ δεν είμαι ακόμα στη Σάμο...λυγμ!
;)))

MTdoggie είπε...

κοιτα η εξεταστικη τι κανει!!!!πολυ μου αρεσε.εγκληματα, μαφια, νυχτα, μυστηριο ειναι απο τα αγαπημενα μου σε fiction stories. να ξαναγραψεις καμια αλλη ιστορια.η εξεταστικη σου πως πηγε? ολα καλα?

ZouZouna είπε...

Γιααααα, ψάξε το οικογενειακό σου δενδρίλιο. Με τον Πουαρώ, την Κρίστι καμμία σχέση? Τα γονίδια εξελίσσονται........όπως βλέπω. Ακόμη και ο Μπέκας ωχρειά εμπρός σου!
Οταν θα βάλεις φωτογραφία, για .... σφύρα απο εκεί μακριά, να αρχίζουμε τις ξυγγραφές όοοοολοι μαζί.
keep going

Σπιτόγατος είπε...

@mtdoggie, η εξεταστική μου ακόμα δεν έχει τελειώσει...άσε που έχω μπερδέψει και τις εργασίες του μεταπτυχιακού μέσα...όπως καταλαβαίνεις, θα διαβάζω και στην παραλία φέτος... ;)

@ζουζούνα, ευχαριστώ πολύ για τα καλά σου λόγια, αλλά δε νομίζω ότι μπορώ να συγκριθώ με τους μεγάλους δασκάλους λολ χεχεχε :ΡΡ
Πάντως, εγώ δεν έγραψα αστυνομική ιστορία. Δεν έχω κανένα ντετέκτιβ ή αστυνόμο ή επιθεωρητή ως πρωταγωνιστή... ;)

Kwlogria είπε...

Ίδρωσε ο κώλος μου στην καρέκλα αλλά τολμώ να πω τίποτα με τις εκτάσεις που γράφω;;; Σούπερ Σπιτογατούλη μου!!!!! Μάκια!!!!:)))))))))))))))))

Σπιτόγατος είπε...

@kwlogria, εσυ δε δικαιολογείσαι να διαμαρτυρηθείς! Άλλωστε είχα καιρό να γράψω...
χεχεχεχε
;))))))))

ci είπε...

Καλό μήνα Sherlock-cat:P
Πολύ ωραία ιστορία!

Ενεσούλα είπε...

Ό,τι έπρεπε για ν' αρχίσει καλά η κυριακή μου!
Η βάρδια μου τελειώνει και είπα να κάνω μερικές επισκέψεις στην μπλογκογειτονιά.
Δεν περνάω λέω και από το γάτο, μπας και;
Πέτυχα!
Μπράβο, γατούλη!
Θα μπορούσες να γράψεις σενάρια ή γιατί όχι, ακόμα και βιβλίο!
Μην αργήσεις να μας ξανάρθεις!

exitmusician είπε...

Holy shit! Φυσικά και δεν είναι στα Δωδεκάνησα! Στα Επτάνησα είναι lol Είδες μπαρούφες που πορεί να γράψει κανείς με μυαλό-καζάνι από τη δουλειά;

Σπιτόγατος είπε...

@citronella, καλό μήνα να έχουμε και πολύ όμορφο καλοκαίρι!!!

@ενεσούλα, ελπίζω να μην αργήσω... ;)

@exitmusician, κανείς δε σε παρεξηγεί...άλλωστε δεν είσαι ο μόνος που το κάνει λάθος ;))

patsiouri είπε...

Χριστέ μου, μετά την ιστορία με τη μουγγή [που ακόμα τη βλέπω στον ύπνο μου αυτό!

Τελικά φίλε μας είσαι ο εγγονός της Ρούθ Ρέντελ...σίγουρα θα καμαρώνει από κεί πάνω...

Σπιτόγατος είπε...

Απαπαπα!!!!
Άμα σε διάβαζε θα έφριττε η γυναίκα...
Βρε εσύ την πέθανες πριν την ώρα της!

Please, forgive her, my lovely teacher...she has been confused by the heat and the hot sun...I apologize for her...

;PPPPP

Σπιτόγατος είπε...

Ελπίζω να μη σχολιάσει κανείς τα αγγλικά μου, γιατί δεν ξέρω αν το έγραψα σωστά...;)))

Πεφτάγγελος είπε...

Δεν το διάβασα όλο γιατί στο χρωστούσααα
:Ρ :Ρ :Ρ Ωστόσο θα ανταποκριθώ στην πρόσκληση σου :*